vaudois

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό vaudois vaudois
θηλυκό vaudoise vaudoises

vaudois (fr)

  1. μέλος χριστιανικής αίρεσης στη Γαλλία του 12ου αιώνα, η οποία απέρριπτε ό,τι δεν ήταν γραμμένο στη Βίβλο

Επίθετο[επεξεργασία]

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό vaudois vaudois
θηλυκό vaudoise vaudoises

vaudois (fr)

  1. σχετικός με την παραπάνω αίρεση