Μετάβαση στο περιεχόμενο

verga

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
verga < λατινική virga

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
verga verge

verga (it)