welche
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Σημειώσεις
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
welche | welches |
welche (fr) αρσενικό
- ρομανική γλώσσα που μιλιέται σε ορισμένες κοιλάδες του νομού Hautes-Vosges
- άτομο αυτών των κοιλάδων που μιλάει αυτή τη γλώσσα
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
welche | welches |
welche (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- σχετικός με αυτή τη γλώσσα ή την περιοχή όπου μιλιέται ή ακόμα με τους ανθρώπους που την μιλούν
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος αντωνυμίας
[επεξεργασία]welche (de)
- → δείτε τη λέξη welcher