yolculuk
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- yolculuk < yolcu (ταξιδιώτης) + -luk
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
yolculuk (tr)
- το ταξίδι
- iyi yolculuklar! - καλό ταξίδι!
yolculuk (tr)