υπερβεβλημένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αυτόματη εισαγωγή άρθρου |
(Καμία διαφορά)
|
Αναθεώρηση της 13:09, 1 Ιουνίου 2012
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- υπερβεβλημένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου υπερβάλλω
Μετοχή
υπερβεβλημένος, -η, -ο
- → δείτε τη λέξη υπερβάλλω
Μεταφράσεις
υπερβεβλημένος
|
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «υπερβεβλημενοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'υπερβεβλημένοσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'υπερβεβλημένος'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «υπερβεβλημενοσ».