Κατηγορία:Μετοχές παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά)
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γλώσσα: Νέα ελληνικά » Γραμματικές κατηγορίες » Μετοχές » παθητικού παρακειμένου ««« |
για τους συντάκτες: μοντέλα μορφοποίησης
|
Υποκατηγορίες
Αυτή η κατηγορία έχει τις ακόλουθες 4 υποκατηγορίες, από 4 συνολικά.
Σελίδες στην κατηγορία "Μετοχές παθητικού παρακειμένου (νέα ελληνικά)"
Αυτή η κατηγορία περιέχει τις ακόλουθες 200 σελίδες, από 4.457 συνολικά.
(προηγούμενη σελίδα) (επόμενη σελίδα)M
P
Α
- αβγατισμένος
- αβγοκομμένος
- αβγωμένος
- αγαπημένος
- αγγιγμένος
- αγιασμένος
- αγιοκαταταγμένος
- αγιοποιημένος
- αγκαζαρισμένος
- αγκαλιασμένος
- αγκιστρωμένος
- αγκυλωμένος
- αγκυροβολημένος
- αγνοημένος
- αγορασμένος
- αγουροθερισμένος
- αγουροξυπνημένος
- αγριεμένος
- αγρυπνισμένος
- αγχωμένος
- αγωνιζόμενος
- αδειασμένος
- αδελφωμένος
- αδικημένος
- αδρανοποιημένος
- αδυνατισμένος
- αερισμένος
- αηδιασμένος
- αθροισμένος
- αθωωμένος
- αιματοκυλισμένος
- αιτιολογημένος
- αιφνιδιασμένος
- αιχμαλωτισμένος
- ακινητοποιημένος
- ακονισμένος
- ακουμπισμένος
- ακουσμένος
- ακριβοπληρωμένος
- ακριβοπουλημένος
- ακροβολισμένος
- ακρωτηριασμένος
- αλαλιασμένος
- αλατισμένος
- αλαφιασμένος
- αλαφρωμένος
- αλειμμένος
- αλεσμένος
- αλευρογυρισμένος
- αλευρωμένος
- αλλαγμένος
- αλληλομαχαιρωμένος
- αλλοιωμένος
- αλλοτριωμένος
- αλυσοδεμένος
- αλφαδιασμένος
- αλωνισμένος
- αμαυρωμένος
- αμβλυμμένος
- αμελημένος
- αμερικανοποιημένος
- αμολημένος
- αμπαλαρισμένος
- αμπαρωμένος
- αμποδεμένος
- αμφισβητημένος
- αναβαθμισμένος
- αναβαθμολογημένος
- αναβαλλόμενος
- αναβαπτισμένος
- αναβιωμένος
- αναβρασμένος
- αναγεγραμμένος
- αναγκασμένος
- αναγνωρισμένος
- αναγομωμένος
- αναγορευμένος
- αναγουλιασμένος
- αναγραμματισμένος
- αναγραμμένος
- αναδασωμένος
- αναδειγμένος
- αναδευμένος
- αναδημιουργημένος
- αναδημοσιευμένος
- αναδιαρθρωμένος
- αναδιοργανωμένος
- αναδιπλασιασμένος
- αναδιπλωμένος
- αναζητημένος
- αναζωπυρωμένος
- αναθεματισμένος
- αναθεωρημένος
- αναθρεμμένος
- αναισθητοποιημένος
- ανακαθισμένος
- ανακαινισμένος
- ανακαταμετρημένος
- ανακατασκευασμένος
- ανακαταταγμένος
- ανακατεμένος
- ανακατωμένος
- ανακλαδισμένος
- ανακλιμένος
- ανακοστολογημένος
- ανακουφισμένος
- ανακυκλωμένος
- ανακυρτωμένος
- αναλογισθείς
- αναλυμένος
- αναμαλλιασμένος
- αναμασημένος
- αναμεμειγμένος
- αναμερισμένος
- αναμετρημένος
- αναμμένος
- ανανεωμένος
- αναοριοθετημένος
- αναπαλαιωμένος
- αναπαυμένος
- αναπλασμένος
- αναπληρωμένος
- αναποδιασμένος
- αναποδογυρισμένος
- αναπολούμενος
- αναπροσανατολισμένος
- αναπροσαρμοσμένος
- αναπτερωμένος
- αναπτυγμένος
- αναπυρωμένος
- αναρροφημένος
- αναρρωμένος
- αναρτημένος
- αναρχούμενο
- αναρχούμενος
- ανασηκωμένος
- ανασκαλεμένος
- ανασκαμμένος
- ανασκευασμένος
- ανασκολοπισμένος
- ανασκουμπωμένος
- αναστατωμένος
- αναστηλωμένος
- αναστημένος
- αναστομωμένος
- αναστυλωμένος
- ανασυγκεφαλαιωμένος
- ανασυγκροτημένος
- ανασυνδεμένος
- ανασυνδυασμένος
- ανασυνταγμένος
- ανασυντεταγμένος
- ανασυρμένος
- ανασχηματισμένος
- αναταραγμένος
- ανατεθειμένος
- ανατιμημένος
- ανατιναγμένος
- ανατοκισμένος
- ανατοποθετημένος
- ανατριχιασμένος
- ανατροφοδοτημένος
- ανατσουτσουρωμένος
- ανατυπωμένος
- αναφτερωμένος
- αναφυτεμένος
- αναχαιτισμένος
- αναψοκοκκινισμένος
- ανδρειωμένος
- ανδρωμένος
- ανειλημμένος
- ανειμένος
- ἀνειμένος
- ανελκυσμένος
- ανεμισμένος
- ανεμοδαρμένος
- ανεξαρτητοποιημένος
- ανεπτυγμένος
- ανεσκαμμένος
- ανεσταλμένος
- ανεστραμμένος
- ανεφοδιασμένος
- ανηγμένος
- ανηρημένος
- ανθισμένος
- ανθολογημένος
- ανθοστολισμένος
- ανθοφορεμένος
- ανιχνευμένος
- ανοιγμένος
- ανοικοδομημένος
- ανορθογραφημένος
- ανορθωμένος
- ανοσοποιημένος
- ανταλλαγμένος
- ανταμωμένος
- ανταποδομένος
- ανταριασμένος