παγιωμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Αυτόματη εισαγωγή μετοχών
 
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης
Γραμμή 89: Γραμμή 89:
{{μτφ-τέλος}}
{{μτφ-τέλος}}


{{κλείδα-ελλ}}

{{κλείδα ταξινόμησης|παγιωμενοσ}}

Αναθεώρηση της 09:07, 24 Μαΐου 2013

Νέα ελληνικά (el)

Ετυμολογία

παγιωμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου παγιώνω

Μετοχή

παγιωμένος, -η, -ο

  1. → δείτε τη λέξη παγιώνω

Μεταφράσεις