réunionite

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

réunionite < réunion + -ite

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
réunionite réunionites

réunionite (fr) θηλυκό