Πούσκας

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Φούσκας

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Πούσκας < (άμεσο δάνειο) ουγγρική Puskás

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Πούσκας αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταγραφές[επεξεργασία]