προσμειδιώ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προσμειδιώ < ελληνιστική κοινή προσμειδιάω / προσμειδιῶ < αρχαία ελληνική μειδιάω / μειδιῶ
Ρήμα[επεξεργασία]
προσμειδιώ
- (αρχαιοπρεπές) χαμογελώ ευγενικά με συμπάθεια και επιδοκιμασία
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προσμειδιώ
|
Πηγές[επεξεργασία]
- προσμειδιώ - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)