σορτς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Παιδί με σορτς κάνει σκέιτμπορντ.

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σορτς < αγγλική shorts

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σορτς ουδέτερο άκλιτο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]