έναρθρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

έναρθρα < έναρθρος +

Επίρρημα[επεξεργασία]

έναρθρα

Οταν η λέξη αυτός εκφέρεται έναρθρα σημαίνει ταυτότητα, ο ίδιος και ο αυτός, όχι άλλος.
 συνώνυμα: ενάρθρως, σύναρθρα
 αντώνυμα: άναρθρα/ανάρθρως

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

έναρθρα