αρματομαχία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αρματομαχία < άρματ(ος) + -ο- + -μαχία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αρματομαχία θηλυκό
- μάχη μεταξύ αρμάτων
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αρματομαχία
|