βακτηριοχλωροφύλλη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η βακτηριοχλωροφύλλη οι βακτηριοχλωροφύλλες
      γενική της βακτηριοχλωροφύλλης των (βακτηριοχλωροφυλλών)
    αιτιατική τη βακτηριοχλωροφύλλη τις βακτηριοχλωροφύλλες
     κλητική βακτηριοχλωροφύλλη βακτηριοχλωροφύλλες
Κατηγορία όπως «σκόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

βακτηριοχλωροφύλλη < βακτηριο- + χλωροφύλλη • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

βακτηριοχλωροφύλλη θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]