διαμαντόσκονη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- διαμαντόσκονη < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
διαμαντόσκονη θηλυκό
- σκόνη από διαμάντια
- η σκόνη που έχει κόκκους οι οποίοι γυαλίζουν/λαμπυρίζουν
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
διαμαντόσκονη
|