ηπατοκήλη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ηπατοκήλη οι ηπατοκήλες
      γενική της ηπατοκήλης
    αιτιατική την ηπατοκήλη τις ηπατοκήλες
     κλητική ηπατοκήλη ηπατοκήλες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «ζέστη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ηπατοκήλη < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ηπατοκήλη θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]