κοινολογία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κοινολογία < ελληνιστική κοινή κοινολογία < αρχαία ελληνική κοινός + λόγος
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κοινολογία θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κοινολογία
|