κυτοσίνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κυτοσίνη θηλυκό
- (βιολογία): μία από τους τέσσερις τύπους αζωτούχου βάσης που βρίσκεται στο DNA, καθώς και στο RNA, με δομή απλού δακτυλίου της τάξης των πυραμιδινών.
Σημειώσεις[επεξεργασία]
- διεθνές σύμβολο C.
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κυτοσίνη
|