μικροβιομετρία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μικροβιομετρία οι μικροβιομετρίες
      γενική της μικροβιομετρίας των μικροβιομετριών
    αιτιατική τη μικροβιομετρία τις μικροβιομετρίες
     κλητική μικροβιομετρία μικροβιομετρίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

μικροβιομετρία < μικρο- + βιομετρία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

μικροβιομετρία θηλυκό

  • η μέτρηση των διαστάσεων ενός μικροβίου

Μεταφράσεις[επεξεργασία]