ξωτάρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ξωτάρα οι ξωτάρες
      γενική της ξωτάρας
    αιτιατική την ξωτάρα τις ξωτάρες
     κλητική ξωτάρα ξωτάρες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ξωτάρα < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ξωτάρα θηλυκό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]