ρεγγίνα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Ρεγγίνα

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ρεγγίνα οι ρεγγίνες
      γενική της ρεγγίνας των ρεγγίνων
    αιτιατική τη ρεγγίνα τις ρεγγίνες
     κλητική ρεγγίνα ρεγγίνες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ρεγγίνα < (άμεσο δάνειο) λατινική regina (βασίλισσα)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ρεγγίνα θηλυκό

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]