σαντακρούτα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η σαντακρούτα οι σαντακρούτες
      γενική της σαντακρούτας
    αιτιατική τη σαντακρούτα τις σαντακρούτες
     κλητική σαντακρούτα σαντακρούτες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σαντακρούτα < σατακρούτα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σαντακρούτα θηλυκό