συμφυΐα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | συμφυΐα | οι | συμφυΐες |
γενική | της | συμφυΐας | των | συμφυϊών |
αιτιατική | τη | συμφυΐα | τις | συμφυΐες |
κλητική | συμφυΐα | συμφυΐες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- συμφυΐα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
συμφυΐα θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συμφυΐα
|