συνιδιοκτήτρια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- συνιδιοκτήτρια < συνιδιοκτήτης + -τρια
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
συνιδιοκτήτρια θηλυκό
- → δείτε τη λέξη συνιδιοκτήτης
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
συνιδιοκτήτρια