υλικοκατασκευαστική
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- υλικοκατασκευαστική < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υλικοκατασκευαστική θηλυκό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υλικοκατασκευαστική
|