υποκαλιαιμία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
υποκαλιαιμία θηλυκό
- χαμηλό επίπεδο καλίου στο αίμα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
υποκαλιαιμία
|