φορμαέλλα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- φορμαέλλα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
φορμαέλλα θηλυκό
- είδος ελληνικού σκληρού τυριού προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- φορμαέλλα στη Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
φορμαέλλα
|