commun
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- commun < παλαιά γαλλική comun < λατινική communis
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | commun | communs |
θηλυκό | commune | communes |
commun (fr)
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- le commun des mortels': οι απλοί θνητοί
- lieu commun