fuck buddy
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
fuck buddy | fuck buddies |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
fuck buddy (en)
- (χυδαίο, αργκό) σεξουαλικός σύντροφος με τον οποίο υπάρχει επαναλαμβανόμενη συνεύρεση για συνουσία, δίχως άλλη σχέση ή δέσμευση πέρα από αυτό