pruntotablo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | pruntotablo | pruntotabloj |
αιτιατική | pruntotablon | pruntotablojn |
pruntotablo (eo)
- τραπέζι όπου αφήνει κανείς κάτι που δανείστηκε