sans-souci

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

sans-souci < les Enfants Sans-Souci, θεατρικός θίασος του 15ου αιώνα < sans + souci

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
sans-souci sans-soucis

sans-souci (fr) αρσενικό

  1. (παρωχημένο) ξένοιαστος άνθρωπος

Επίθετο[επεξεργασία]

sans-souci (fr) αρσενικό ή θηλυκό άκλιτο

  1. ξένοιαστος, αμέριμνος

Συνώνυμα[επεξεργασία]