ŝuldokrizo
(Ανακατεύθυνση από sxuldokrizo)
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | ŝuldokrizo | ŝuldokrizoj |
αιτιατική | ŝuldokrizon | ŝuldokrizojn |
ŝuldokrizo (eo)
Άλλες γραφές[επεξεργασία]
- shuldokrizo στο H-sistemo
- sxuldokrizo στο X-sistemo