tâter
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- tâter < (κληρονομημένο) παλαιά γαλλική taster < δημώδης λατινική *tastare < taxare < tangere (ακουμπώ)
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
tâter (fr)
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- (παρωχημένο ή λόγιο) tâter de - γεύομαι
- tâter le terrain - κάνω αναγνώριση