Çolakoğlu

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Τουρκικά (tr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Çolakoğlu < Çolak (Τσολάκ) [< çolak (κουλός)] + -oğlu (-ογλουκυριολεκτικά: «ο γιος του κουλοχέρη»

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Çolakoğlu αρσενικό ή θηλυκό

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. forebears.io, ανακτήθηκε 17/9/2023, [1].