ΑΣ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ας

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ΑΣ <

Συντομομορφή[επεξεργασία]

ΑΣ αρσενικό άκλιτο αρκτικόλεξο

  1. Αρχηγείο Στόλου
  2. Αστυνομικός Σταθμός
  3. Αθλητικός Σύλλογος
  4. Αθλητικό Σωματείο