Αγανιάν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αγανιάν < αρμενική Աղանյան (Aġanyan) (πατρωνυμικό)· μορφολογικά αναλύεται σε Αγάν + -ιάν
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αγανιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο