Ακτινοπτερύγιοι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Ακτινοπτερύγιοι < λόγιο ενδογενές δάνειο: νεολατινικά Actinopterygii < ακτινο- + αρχαία ελληνική πτέρυξ πτερυγ- + -ιος στον πληθυντικό (Χρειάζεται τεκμηρίωση…) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Ακτινοπτερύγιοι αρσενικό στον πληθυντικό
- (ιχθυολογία) ταξινομικός όρος - ομοταξία: ανήκουν στην υπερομοταξία των Οστεϊχθύων και φέρουν χαρακτηριστικά πτερύγια που μορφή ακτίνων
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Ακτινοπτερύγιοι
Κατηγορίες:
- Λόγια ενδογενή δάνεια (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα ακτινο- (νέα ελληνικά)
- Σελίδες για τεκμηρίωση
- Επέκταση ετυμολογίας (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Ιχθυολογία (νέα ελληνικά)
- Ταξινομικοί όροι - Ζώα (νέα ελληνικά)
- Ζώα (νέα ελληνικά)
- Ταξινομικοί όροι - ομοταξίες (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)