Αμπρααμιάν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Αμπρααμιάν : αρμενική ς προέλευσης, πατρωνυμικό, άλλη μορφή του Αμπραχαμιάν. Μορφολογικά αναλύεται σε Αμπρα(χ)άμ (Αβραάμ) + -ιάν.
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Αμπρααμιάν αρσενικό ή θηλυκό, άκλιτο