Ασπροκαμπίτη
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Ασπροκαμπίτη < γενική ενικού του αρσενικού Ασπροκαμπίτης
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Ασπροκαμπίτη θηλυκό άκλιτο
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταγραφές
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος
[επεξεργασία]Ασπροκαμπίτη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Ασπροκαμπίτης