Γκιουζέλλη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Γκιουζέλλη < γενική ενικού του αρσενικού Γκιουζέλλης
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Γκιουζέλλη θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Γκιουζέλλη αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Γκιουζέλλης