ΕΦΕΤ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ΕΦΕΤ < Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /eˈfet/

Συντομομορφή[επεξεργασία]

Ε.Φ.Ε.Τ. αρσενικό ακρωνύμιο

Δείτε επίσης[επεξεργασία]