βασανισμένος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ αλλαγή των πινάκων μεταφράσεων σε κρυμμένους τύπους
Γραμμή 13: Γραμμή 13:


{{-μτφ-}}
{{-μτφ-}}
{{(}}
{{μτφ-αρχή}}
<!-- * {{en}} : {{τ|en|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{en}} : {{τ|en|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{az}} : {{τ|az|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{az}} : {{τ|az|ΧΧΧ}} -->
Γραμμή 52: Γραμμή 52:
<!-- * {{la}} : {{τ|la|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{la}} : {{τ|la|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lv}} : {{τ|lv|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lv}} : {{τ|lv|ΧΧΧ}} -->
{{-}}
{{μτφ-μέση}}
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lt}} : {{τ|lt|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{lb}} : {{τ|lb|XXX}} -->
<!-- * {{lb}} : {{τ|lb|XXX}} -->
Γραμμή 91: Γραμμή 91:
<!-- * {{fy}} : {{τ|fy|XXX}} -->
<!-- * {{fy}} : {{τ|fy|XXX}} -->
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} -->
<!-- * {{hi}} : {{τ|hi|ΧΧΧ}} -->
{{μτφ-τέλος}}
{{)}}


{{κλείδα ταξινόμησης|βασανισμενοσ}}
{{κλείδα ταξινόμησης|βασανισμενοσ}}

Αναθεώρηση της 18:19, 6 Φεβρουαρίου 2010

Πρότυπο:=el=

Πρότυπο:-ετυμ-

βασανισμένος < μετοχή παθητικού παρακειμένου βασανίζω

Πρότυπο:-προφ-

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Πρότυπο:-μτχ- βασανισμένος -η -ο

  1. που έχει υποστεί βασανιστήρια
  2. που έχει περάσει πολλά βάσανα στη ζωή του

Πρότυπο:-μτφ-