ράβδος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Flyax (συζήτηση | συνεισφορές) Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 1: | Γραμμή 1: | ||
{{δείτε|ῥάβδος}} |
{{δείτε|ῥάβδος}} |
||
=={{-el-}}== |
=={{-el-}}== |
||
{{el-κλίσ-'δρόμος'|ράβδ}} |
|||
==={{ετυμολογία}}=== |
==={{ετυμολογία}}=== |
||
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ῥάβδος]] |
: '''{{PAGENAME}}''' < {{αρχ}} [[ῥάβδος]] |
Αναθεώρηση της 12:55, 10 Νοεμβρίου 2010
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- ράβδος < αρχαία ελληνική ῥάβδος
Ουσιαστικό
ράβδος θηλυκό
- (καθαρεύουσα) ραβδί, επίμηκες κυλινδρικό κομμάτι ξύλου (ή άλλου υλικού)· στην καθομιλουμένη υπονοείται κυρίως το ραβδί ως μέσο σωματικής τιμωρίας
- όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος
- επίμηκες εξάρτημα στολής, συχνά διακοσμημένο, ως διακριτικό βαθμού ή εκκλησιαστικού αξιώματος
- ποιμαντορική ράβδος (πατερίτσα)
- επίμηκες, μεταλλικό συνήθως, εξάρτημα μηχανών
- ποσότητα μετάλλου σε τυποποιημένο μέγεθος και σχήμα
- ληστές έκλεψαν 20 ράβδους χρυσού
Μεταφράσεις
Προειδοποίηση: Το προεπιλεγμένο κλειδί ταξινόμησης «ραβδοσ'"`UNIQ--nowiki-00000000-QINU`"'ράβδοσ'"`UNIQ--nowiki-00000001-QINU`"'ράβδος'"`UNIQ--nowiki-00000002-QINU`"'» υπερισχύει του προηγούμενου προεπιλεγμένου κλειδιού «ραβδοσ».