πολλαπλάσια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
προσθ. επιρρ. |
μ ενημέρωση των interwikis, αφαίρεση en |
||
Γραμμή 96: | Γραμμή 96: | ||
{{κλείδα-ελλ}} |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[en:πολλαπλάσια]] |
Αναθεώρηση της 09:50, 22 Μαρτίου 2014
Νέα ελληνικά (el)
Ετυμολογία
- πολλαπλάσια < πολλαπλάσιος
Επίρρημα
πολλαπλάσια
- πολλές φορές περισσότερο
- ωφελήθηκε πολλαπλάσια
Μεταφράσεις
πολλαπλάσια
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
πολλαπλάσια
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του πολλαπλάσιος
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού, ουδέτερου γένους του πολλαπλάσιος