stress: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, αφαίρεση wo
Flubot (συζήτηση | συνεισφορές)
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη ja
Γραμμή 36: Γραμμή 36:
[[is:stress]]
[[is:stress]]
[[it:stress]]
[[it:stress]]
[[ja:stress]]
[[kn:stress]]
[[kn:stress]]
[[ko:stress]]
[[ko:stress]]

Αναθεώρηση της 17:46, 26 Ιανουαρίου 2015

Αγγλικά (en)

Ουσιαστικό

stress (en)

  1. η καταπόνηση
  2. το άγχος



Γαλλικά (fr)

Ουσιαστικό

ενικός πληθυντικός
stress stress

stress (fr) αρσενικό

Συγγενικά