Εὔξεινος Πόντος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Εὔξεινος Πόντος < εὔξεινος & πόντος κυριολεκτικά: φιλόξενος πόντος (ευφημισμός) < αρχικός όρος: Ἄξεινος / ἄξεινος πόντος (αφιλόξενος πόντος). Δείτε τις λέξεις ἄξεινος (περσικής προέλευσης) και πόντος
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
Εὔξεινος Πόντος αρσενικό
- (θάλασσα) Εύξεινος Πόντος (ευφημισμός)
- ≈ συνώνυμα: στην ελληνιστική κοινή: Μέλας Πόντος, Μέλας Κόλπος
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Πηγές[επεξεργασία]
- Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Κατηγορίες:
- Ευφημισμοί (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Πολυλεκτικοί όροι (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Θάλασσες της Ευρώπης (αρχαία ελληνικά)
- Θάλασσες (αρχαία ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ευρώπης (αρχαία ελληνικά)
- Τοπωνύμια (αρχαία ελληνικά)
- Θάλασσες της Ασίας (αρχαία ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Ασίας (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)