Θεμιστοκλέα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Θεμιστοκλέα < γενική ενικού του αρσενικού Θεμιστοκλέας
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Θεμιστοκλέα θηλυκό άκλιτο
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Θεμιστοκλέα αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Θεμιστοκλέας