Καπουλέα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Καπουλέα < γενική ενικού του αρσενικού Καπουλέας

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Καπουλέα θηλυκό άκλιτο

Μεταγραφές

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος

[επεξεργασία]

Καπουλέα αρσενικό