Μιχαλαρέα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Μιχαλαρέα < γενική ενικού του αρσενικού Μιχαλαρέας
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Μιχαλαρέα θηλυκό άκλιτο
- γυναικείο επώνυμο, θηλυκό του Μιχαλαρέας
Μεταγραφές[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος κυρίου ονόματος[επεξεργασία]
Μιχαλαρέα αρσενικό
- γενική, αιτιατική και κλητική ενικού του Μιχαλαρέας