Μπεζανσόν
Εμφάνιση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /be.zanˈson/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Μπε‐ζαν‐σόν
Μεταγραφή
[επεξεργασία]Μπεζανσόν θηλυκό άκλιτο
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]-
Μπεζανσόν στη Βικιπαίδεια